Home > Term: 囊泡
囊泡
一個水泡充滿液體。
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Law enforcement; Στρατιωτικά
- Category: Τρομοκρατία
- Organization: 11-Sept.Org
0
Δημιουργός
- Cindy Chu
- 100% positive feedback
(Taipei, Taiwan)
一個水泡充滿液體。
(Taipei, Taiwan)