Home > Term: 慢性毒性
慢性毒性
能力的一種物質引起有害人體健康的長期影響。
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Περιβάλλον
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Δημιουργός
- Jasonlee
- 100% positive feedback
能力的一種物質引起有害人體健康的長期影響。