Home > Term: 同化
同化
安全地吸收廢物和殘值自然系統的能力。又見吸收。
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Περιβάλλον
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Δημιουργός
- Amy.Chen
- 100% positive feedback
安全地吸收廢物和殘值自然系統的能力。又見吸收。