Home > Term: hipertrofia
hipertrofia
Alargamento de um órgão ou parte de um órgão.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Ιατρικές συσκευές
- Category: Συσκευές καρδιακής υποστήριξης
- Company: Boston Scientific
0
Δημιουργός
- gilbertorf
- 100% positive feedback
(Sao Paulo, Brazil)