Sign up
Sign in
Forgot password?
Home
> Term: 선적
선적
한 증권에 한 장소에서 한 수취인에 게 배달 한 번에 하나의 장소에서 하나의 consignor에 의해 사업자에 위탁 화물.
(You must log in first to edit the definition.)
You have to log in to vote.
0
0
Add an image
Μέρος του λόγου:
noun
Κλάδος/Τομέας:
Συνέλευση
Category:
Διαλέξεις
Company:
CIC
Προϊόν:
Ακρώνυμο-συντόμευση:
Συνώνυμο(α):
Σχετικά νέα:
Τύπος εγγράφου:
Documentation
Περιεχόμενο:
term_reference:
definition_reference:
context_reference:
Άλλη αναφορά:
Περισσότερες λεπτομέρειες
Απόκρυψη λεπτομερειών
0
Βελτίωση
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου
Featured blossaries
H9
Fantasy Football
Sports
22
Terms
14
hotcat
CAT
Languages
0
Terms
1
LuisAragon
Fundamentos de investigacion
Education
4
Terms
1
Nicola Mucelli
Colori
Other
1
Terms
1
Marouane937
The World of Moroccan Cuisine
Food
9
Terms
3
see more blossaries
Δημιουργός
yunjuryou
(Silver)
760
points
100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.