Home > Term: caprock
caprock
貯留岩をオーバーレイし、貯水池内のガスや石油を保持する不浸透性の地層。
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Ενέργεια
- Category: Φυσικό αέριο
- Company: AGA
0
Δημιουργός
- Sakura08
- 100% positive feedback
貯留岩をオーバーレイし、貯水池内のガスや石油を保持する不浸透性の地層。