Home > Term: singola
singola
Una camera con un letto, occupata da una sola persona.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Συνέλευση
- Category: Οργάνωση Εορτών
- Company: Hilton
0
Δημιουργός
- aruallaura05
- 100% positive feedback