Home > Term: sustrato
sustrato
Superficie a pintar.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Κατασκευή Αυτοκινήτων
- Category: Automotive paint
0
Δημιουργός
- TEÓFILA
- 100% positive feedback
(Barcelona, Spain)
Superficie a pintar.
(Barcelona, Spain)