Home > Term: olic
olic
Aeolian, 1; as, the Aeolic dialect; the Aeolic mode.
- Μέρος του λόγου: adjective
- Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα
- Category: Dictionaries
- Company: MICRA Inc.
0
Δημιουργός
- spencer12
- 100% positive feedback
(Germany)