Home > Term: βιωσιμότητα
βιωσιμότητα
Τη δυνατότητα να μεγαλώσουν και να αναπτυχθούν σε έναν ενήλικο.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: Rice science
- Company: IRRI
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback