Home > Term: μονοθάλαμο
μονοθάλαμο
Ένα δωμάτιο. Ο όρος αναφέρεται σε ένα νομοθετικό σώμα που έχει μόνο ένα Σώμα, όπως της ισραηλινής Knesset που προσέφεραν ή η γερμανική ομοσπονδιακή βουλή.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Government
- Category: Government & politics
- Organization: The College Board
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)