Home > Term: towfish
towfish
Ένα μέσο, π.χ., μιας πλευρικής σάρωσης σόναρ, σύρονται πίσω από ένα πλοίο.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback