Home > Term: τηλεμετρία
τηλεμετρία
Χρήση ηλεκτρικής συσκευής μετάδοσης δεδομένων σε ένα μακρινό σημείο για αναφέροντας, καταγραφή, ή των τιμών από μια μεταβλητή ποσότητα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Ενέργεια
- Category: Φυσικό αέριο
- Company: AGA
0
Δημιουργός
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)