Home > Term: spermatophores
spermatophores
Κάψουλα που προέρχεται από αρσενικά και που περιέχουν σπέρματος να μεταφερθεί άμεσα ή έμμεσα σε θηλυκά ζώα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback