Home > Term: διαλυτότητα
διαλυτότητα
Το συνολικό ποσό των διαλυτή ουσία ειδών σε ισορροπία με το στερεό κρύσταλλα από που προέρχονται τα διαλυμένων ουσιών σε σταθερή θερμοκρασία και πίεση.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Weather
- Category: Meteorology
- Company: AMS
0
Δημιουργός
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)