Home > Term: Rotisserie
Rotisserie
Εκ περιτροπής σχάρα με μια ηλεκτρική κλειστός σούβλα που μαγειρεύεται κρέατα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Retail
- Category: Supermarkets
- Company: FMI
0
Δημιουργός
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)