Home > Term: κβάντο
κβάντο
Το σταθερό ποσό χρόνου που ένα νήμα ή μια διεργασία μπορεί να εκτελεστεί πριν προσπεραστεί.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Software; Υπολογιστές
- Category: Operating systems
- Company: Apple
0
Δημιουργός
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)