Home > Term: pyrexia
pyrexia
Κατάσταση στην οποία η θερμοκρασία του ένα ανθρώπινο ον ή θηλαστικό είναι περισσότερο από κανονική.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Δημιουργός
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)