Home > Term: κουάκερ
κουάκερ
Ένα παχύ, puddinglike πιάτο δημητριακά ή σιτηρών (συνήθως τενεκεδάκι) βρασμένα στο νερό ή γάλα. Κουάκερ τρώγεται συνήθως ζεστό για πρωινό με ζάχαρη και γάλα ή κρέμα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Culinary arts
- Category: Cooking
- Company: Barrons Educational Series
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)