Home > Term: phalanges
phalanges
Τα οστά των δακτύλων του ποδιού ή δάχτυλα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback
Τα οστά των δακτύλων του ποδιού ή δάχτυλα.