Home > Term: παστεριδίαση
παστεριδίαση
Λοιμώξεις με βακτήρια του γένους Pasteurella.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback