Home > Term: εξουδετέρωσης
εξουδετέρωσης
Μειώνοντας την οξύτητα ή την αλκαλικότητα μιας ουσίας μέσω της προσθήκης ενός υλικού αλκαλικό ή όξινο αντίστοιχα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Περιβάλλον
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Δημιουργός
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)