Home > Term: πολλαπλές ατύχημα
πολλαπλές ατύχημα
Τραυματισμό ή θάνατο πάνω από ένα άτομο σε ένα περιστατικό.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Fire safety
- Category: Prevention & protection
- Company: NFPA
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)