Home > Term: μονογαμία
μονογαμία
Ένα αρσενικό και ένα θηλυκό ταίριασμα μόνο με το άλλο.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
Δημιουργός
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)