Home > Term: μικρογραφία
μικρογραφία
Μια Κοινότητα ή σε άλλη μονάδα, η οποία είναι αντιπροσωπευτική της με μια μεγαλύτερη μονάδα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Earth science
- Category: Soil science
- Company: Soil Science Society of America
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback