Home > Term: ματ
ματ
Μια οριζόμενη περιοχή μιας προβολής ταινίας, που μπορεί να αποκοπεί και να συμπληρωθεί από μια άλλη προβολή.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Software; Υπολογιστές
- Category: Operating systems
- Company: Apple
0
Δημιουργός
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)