Home >  Term: lumpers
lumpers

Προσωρινή υπάλληλοι των αυτοκινήτων στους αερομεταφορείς, τους φορτωτές ή όποια δέκτες, προσέλαβε τη φόρτωση ή εκφόρτωση των φορτηγών.

0 0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Κλάδος/Τομέας: Retail
  • Category: Supermarkets
  • Company: FMI

Δημιουργός

© 2025 CSOFT International, Ltd.