Home > Term: συμπολυμερή μόσχευμα
συμπολυμερή μόσχευμα
Ένα συμπολυμερή έχοντας υποκαταστήματα που ποικίλλουν σε μέγεθος αποτελείται διαφορετικά μονομερών μονάδων σχετικά με μια κοινή αλυσίδα «ραχοκοκαλιά».
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Textiles
- Category: Manufactured fibers
- Company: Celanese
0
Δημιουργός
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)