Home > Term: Dune
Dune
Ένα χαμηλό σωρός, ridge, της Τράπεζας ή hill χύμα, ανέμου, σε κόκκους υλικού (γενικά άμμος), είτε αυτή έφερε είτε καλύπτεται με βλάστηση, να κινούνται, από τόπο σε τόπο, αλλά διατηρώντας πάντα το χαρακτηριστικό σχήμα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Earth science
- Category: Soil science
- Company: Soil Science Society of America
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)