Home > Term: Πιστώσεις
Πιστώσεις
Παλιό, κατεστραμμένο ή μη πωληθέντα εμπόρευμα, όπου η επιστροφή μπορούν να ληφθούν από ένα άλλο αρχείο προέλευσης.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Retail
- Category: Supermarkets
- Company: FMI
0
Δημιουργός
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)