Home > Term: διάβρωση
διάβρωση
Μια συνθήκη που παρουσιάζουν τυχόν σημάδια φθοράς, συμπεριλαμβανομένων Απομίσχωση ή απώλεια από μέταλλο.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Fire safety
- Category: Prevention & protection
- Company: NFPA
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback