Home > Term: κοινή χρήση
κοινή χρήση
Εσωτερικό ή εξωτερικό δωμάτια, κενά ή στοιχεία που διατίθενται για τη χρήση του μια περιορισμένη ομάδα ατόμων.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Fire safety
- Category: Prevention & protection
- Company: NFPA
0
Δημιουργός
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)