Home > Term: claypan
claypan
Ένα πυκνό, compact, σιγά-σιγά διαπερατά επίπεδο στο υπέδαφος έχοντας με πολύ μεγαλύτερη περιεκτικότητα από άργιλο από υπερκείμενων υλικού, από την οποία χωρίζεται με ένα απότομα καθορισμένο όριο. Claypans είναι συνήθως σκληρά όταν ξηρά, και πλαστικών και sticky όταν είναι βρεγμένη.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Earth science
- Category: Soil science
- Company: Soil Science Society of America
0
Δημιουργός
- Golgotha
- 100% positive feedback