Home > Term: λεύκανση
λεύκανση
Οποιαδήποτε από τις διάφορες διαδικασίες για να αφαιρέσουν τις ακαθαρσίες φυσικά και τεχνητά υφάσματα να αποκτήσουν σαφές λευκά για τελικού υφάσματος ή υπό προπαρασκευή για βαφή και φινίρισμα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Textiles
- Category: Manufactured fibers
- Company: Celanese
0
Δημιουργός
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)