Home > Term: au lait
au lait
«Με γάλα,» αναφερόμενος σε τρόφιμα ή ποτά στα γαλλικά εξυπηρετείται ή παρασκευάζονται με γάλα, όπως café au lait.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Culinary arts
- Category: Cooking
- Company: Barrons Educational Series
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback