Home > Term: ατροφία
ατροφία
Πεθαίνει ο οργανισμός ή όργανο ή ιστό, που συνεπάγονται μείωση μεγέθους και (ή) τους αριθμούς των κελιών.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback