Home > Term: Αλούβιο
Αλούβιο
Ανόργανο υλικό (άμμου, λάσπης και άργιλο) που έχει κατατεθεί από ποτάμια.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: Rice science
- Company: IRRI
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)