Home > Term: αλληλόμορφα, πολλαπλών
αλληλόμορφα, πολλαπλών
Μια σειρά αλληλόμορφα (περισσότερα από 2) που επηρεάζουν την ανάπτυξη ενός χαρακτήρα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: Rice science
- Company: IRRI
0
Δημιουργός
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)