Home > Term: πρόσθετος
πρόσθετος
Ένα συμπληρωματικό υλικό σε συνδυασμό με ένα βασικό υλικό για να παρέχουν ειδικές ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ως πρόσθετες ύλες ναρκωτικές ουσίες, να δώσει χρώμα στη μαζική βαφή.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Textiles
- Category: Manufactured fibers
- Company: Celanese
0
Δημιουργός
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)