Home > Term: Alemtejo
Alemtejo
Μια νότια επαρχία της Πορτογαλίας: χώμα γόνιμο προς τα ανατολικά.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα
- Category: Encyclopedias
- Organization: Project Gutenberg
0
Δημιουργός
- Khrysaor
- 100% positive feedback