Home > Term: Adal
Adal
Ένα άγονο επίπεδη περιοχή μεταξύ της Αβησσυνίας και την Ερυθρά θάλασσα.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα
- Category: Encyclopedias
- Organization: Project Gutenberg
0
Δημιουργός
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)