Home > Term: ρέυμα, μηχανικό
ρέυμα, μηχανικό
Σχέδιο που προκαλείται με μηχανικά μέσα, όπως ένας ανεμιστήρας.
- Μέρος του λόγου: noun
- Κλάδος/Τομέας: Ενέργεια
- Category: Φυσικό αέριο
- Company: AGA
0
Δημιουργός
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)